Το τελευταίο βράδυ που κοιμήθηκα εκεί ήταν τον Αύγουστο του ’15. Είχαμε μαζευτεί πολλοί βλέπετε. Εγώ. Οι γονείς. Οι παππούδες. Τα φαντάσματα. Οι τύψεις -ζώντων και μη. Ίσως επέστρεφα ξανά. Ίσως όταν δε θα ζει κανένας από τους προαναφερθέντες αποφασίσω να μείνω ξανά μέσα σε αυτούς τους τέσσερις τοίχους. Με τους νεκρούς και τις τύψεις τους τα καταφέρνω καλύτερα. Είναι πιο σιωπηλά όλα όταν είναι θαμμένα. Και οι άνθρωποι… και οι τύψεις τους. Το Καπετανόσπιτό μας ήταν κάτι σαν ιερό κειμήλιο. Σαν ένα παλιό μπαούλο που από μέσα του βγαίνουν άνθρωποι και αναμνήσεις. Ο παππούς Αυγέρης δεν ήταν ο πρώτος που έζησε εδώ, ήταν όμως εκείνος που φρόντισε να γεμίσει το πετρόχτιστο κειμήλιο των παππούδων του με ζωντάνια και φως. Και αναγκαστικά, όπως συμβαίνει πάντα με τους ανθρώπους… τύψεις. Ο Αυγέρης ήταν καπετάνιος. Και ως σωστός καπετάνιος που δεν μπορεί να κρατάει ταυτόχρονα το πηδάλιο ενός πλοίου κι ενός σπιτιού, παντρεύτηκε τη Σόφη παραδίδοντας της το πηδάλιο του σπιτιού και της καρδιάς του. ...
"Πίνοντας καφέ με τον Ντάντε Αλιγκιέρι και τον Κρίστιαν Γκρέυ" (Χιουμοριστικό διήγημα για τις ενοχές του διαβάσματος) Γράφει η: Ελευθερία Καλογνωμά Κάθισε στο αγαπημένο της καφέ, μόνη ως συνήθως. Η μέρα ήταν ακόμη ζεστή αλλά όχι τόσο ώστε ν' αναζητήσει τον εσωτερικό κλιματιζόμενο χώρο. 'Ηθελε να βρίσκεται όσο το δυνατόν περισσότερο έξω, να βλέπει τον κόσμο να περνά βιαστικός και να γελάει από μέσα της που εκείνη δε βιαζόταν καθόλου. Ο σερβιτόρος έφερε τον παγωμένο καφέ, εκείνη άναψε ένα τσιγάρο -περισσότερο γι' αυτό εξάλλου είχε καθίσει έξω- και σταύρωσε τα πόδια. 'Εβγαλε από την τσάντα της το βιβλίο που είχε ξεκινήσει να διαβάζει το προηγούμενο βράδυ, ένα για το οποίο γινόταν μεγάλος ντόρος. Συνήθως δεν παρακολουθούσε τις κριτικές, ούτε εμπιστευόταν τόσο τις βιβλιοφιλικές ομάδες του Facebook, πίστευε πως ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια, υποστηρίζοντας και προβάλλοντας συγκεκριμένους συγγραφείς και είδη, αλλά το συγκεκριμένο το είχε διαβάσει η κολλητή της κ...