Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Καλώς ήρθες

Αναγνώστης, συγγραφέας, αρθρογράφος ή και απλός περαστικός... Είναι τιμή μας να σε έχουμε στην παρέα μας!

Επιλεγμένα

΄Ηταν απλά ένα φανταχτερό φόρεμα

  Αγαπημένο μου ημερολόγιο… Είμαι έξαλλη σήμερα! Πριν λίγη ώρα γνώρισα τους γονείς του Στάθη και κανονικά -μετά από τόσο καιρό που είμαστε μαζί- θα έπρεπε να είμαι κατενθουσιασμένη και να σκέφτομαι νυφικά και να κανονίζω ημερομηνίες γάμου, αλλά όχι! Βρίσκομαι στον καναπέ μου και γράφω σε εσένα. Ας το πιάσω από την αρχή όμως για να καταλάβεις κι εσύ. Πριν τρεις μέρες μου είπε πως έχει κανονίσει κάτι ιδιαίτερο για σήμερα. Στο είχα γράψει κιόλας. Θυμάσαι; Δεν είχε μπει σε λεπτομέρειες κι εγώ υπέθεσα πως θα ήθελε να κάνουμε κάτι ρομαντικό οι δυο μας. Με έπιασε λοιπόν μια κρίση και βγήκα για ψώνια με τη Μπέτι. Μεγάλο λάθος το ξέρω, αλλά ήθελα κάτι ξεχωριστό κι εκείνη μου πρότεινε να πάμε στην Αμερικανική Αγορά που βρίσκεται κάπου στην Αθήνα. Εγώ δεν ήξερα καν πως υπήρχε, αλλά εκείνη με διαβεβαίωσε πως εκεί μέσα θα έβρισκα τα καλύτερα χωρίς να χαλάσω πολλά λεφτά. Όταν είδα το συγκεκριμένο φόρεμα το ερωτεύτηκα. Ήταν τόσο λαμπερό και τόσο μόνο του πάνω στην κρεμάστρα, που δεν άντεξα

Ξενοδοχείο Ορλεάνη


 

Το περιεργαζόμουν σαν να αντίκρυζα πρώτη φορά κάτι του είδους του. Ακόμη κι αν αλλάζω ένα κάθε χρόνο, ακόμη κι αν κρατάω ημερολόγιο από τότε που ήμουν τετάρτη δημοτικού, το συγκεκριμένο διέφερε σίγουρα απ’ ό,τι είχα κρατήσει στα χέρια μου μέχρι σήμερα. Ήταν μπεζ, με μία λεπτή πλαστικοποιημένη στρώση για εξώφυλλο. Ένα φαινομενικά απλό, μπεζ ημερολόγιο. Το οποίο όμως μέσα του… έκρυβε μία ιστορία αγάπης από εκείνες του παλιού κινηματογράφου. Και ανήκε στην προπρογιαγιά μου.

Το όνομά της ήταν Καλυψώ. Το επώνυμό της δεν το έμαθα ποτέ. Υπήρχε ανέκαθεν μία μυστικοπάθεια για εκείνη τη γυναίκα. Σαν να ντρεπόταν η προγιαγιά μου για τα κατορθώματα της μάνας της, για τα οποία φυσικά δεν έμαθε ποτέ η γιαγιά μου. Άρα ούτε η μαμά μου. Άρα ούτε κι εγώ.

Δεν είχα δει ποτέ φωτογραφία της. Αλλά τη φανταζόμουν με καστανά σγουρά μαλλιά, μεγάλα πράσινα μάτια – δεν ξέρω γιατί πράσινα – και λεπτά χείλη. Νομίζω θα της άρεσαν οι πέρλες. Ξέρω ότι γεννήθηκε το 1905 και ότι είχε έναν αδελφό, τον Μεμά. Άθλιο όνομα, αν με ρωτάτε, καμία σχέση με το γεμάτο μυστήριο δικό της.

Ψηλαφίζω το ημερολόγιο στα χέρια μου. Δεν ξέρω γιατί αποφάσισε η γιαγιά να μου το δώσει. Δεν ξέρω καν πώς βρέθηκε στα χέρια της, λαμβάνοντας υπόψιν πως η προγιαγιά έχει κολλήματά με τη ζωή της μάνας της. Η γιαγιά μου την Καλυψώ… δεν τη γνώρισε ποτέ. Όμως μου έχει πει πως αν εγώ τη γνώριζα, αν κατάφερνα κάποια στιγμή να μάθω για εκείνη, θα καταλάβαινα γιατί είμαι έτσι. Με τον όρο «έτσι», πάλι δεν κατάλαβα τι ακριβώς εννοεί. Είμαι πολλά, βλέπετε… και δεν ξέρω ποιο επίθετο να βάλω στην αρχή της λίστας μου. Ίσως και η Καλυψώ να έκανε ακριβώς την ίδια σκέψη. Ίσως κι εκείνη να ήταν πολλά… και να μην ήξερε τι απ’ όλα την χαρακτήριζε περισσότερο.

Το ημερολόγιο δεν έφτασε με άμεσο τρόπο στα χέρια μου, δεν βίωσα ακριβώς αυτό που λέμε «από χέρι σε χέρι». Ήταν τα δέκατα ένατα γενέθλιά μου όταν η γιαγιά έδωσε στη μαμά μου το ημερολόγιο τυλιγμένο μέσα σε ένα πολύχρωμό χαρτί. Η μαμά εκείνη τη στιγμή δεν έμαθε τι ήταν, τής το είπα εγώ αργότερα. Όταν είδα το ημερολόγιο διχάστηκα. Μέσα στο περιτύλιγμα υπήρχε ένα μικρό καρτελάκι που έγραφε «δε θα το μάθει κανείς» με κεφαλαία γράμματα και τρία θαυμαστικά. Ευθύ μήνυμα και αρκετά αποτελεσματικό για να με τρομοκρατήσει με τη σοβαρότητα που το περιέβαλλε. Βέβαια… μετά από λίγο η σοβαρότητα εξαφανίστηκε γιατί τα ξεφούρνισα όλα στη μαμά. Την όρκισα όμως να μη μιλήσει σε κανέναν. Για το καλό όλων… με άκουσε.

Είχαν περάσει τρεις μήνες από τη μέρα που πήρα το ημερολόγιο. Ήξερα μόνο ότι ανήκε στην Καλυψώ, για την ακρίβεια το υποψιαζόμουν. Και για να είμαστε ειλικρινείς, δεν ήξερα καν ότι ήταν όντως ημερολόγιο στην αρχή. Μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα μικρό τετράδιο γεμάτο ποίηση, σχέδια, ακόμη και λίστα τηλεφώνων, όσο νόημα κι αν δεν έβγαζε αυτό. Μια μέρα άνοιξα το τετραδιάκι με το σφίξιμο στο στομάχι μου να είναι πιο γερό και από σχοινί που κρατάει τις βάρκες σε νησιώτικο λιμάνι. Ίσως δεν ένιωθα έτοιμη εκείνη τη στιγμή για να έρθω αντιμέτωπη με το περιεχόμενο. Όχι πως τώρα είμαι… Αλλά τώρα δεν μπορώ άλλο να περιμένω.

Ανοίγω στην πρώτη σελίδα. Τα μάτια μου αυτόματα σκανάρουν λέξεις, φράσεις που μόνες τους δεν στέκονται, αλλά όταν θα ξεκινήσω την ανάγνωση η καθεμία λέξη θα είναι ξεχωριστή. Φέρνω το χαρτί κοντά στη μύτη μου. Μυρίζει παλιό και… και κάτι ακόμη που δεν μπορώ να χαρακτηρίσω. Σαν άρωμα ξεθωριασμένο, που έχει χάσει την έντονη μυρωδιά του. Τα γράμματά της είναι καθαρά, ελαφρώς καλλιγραφικά, μου δίνει την εντύπωση πως έγραφε με πένα. Με κέρδισες, Καλυψώ… κι εγώ με πένα γράφω. Η υφή του χαρτιού είναι απαλή, οι σελίδες ατσαλάκωτες και φυσικά κιτρινισμένες από τα χρόνια. Προτιμώ να διαβάσω χωρίς μουσική, ίσως το κάνω αργότερα αυτό, αφού μπω στην ατμόσφαιρα του ημερολογίου. Κοιτάζω την πρώτη σειρά και ανοίγω τα μάτια έκπληκτη. Εντάξει Καλυψώ… δείξε μου ποια ήσουν.

 

 

«Καλοκαίρι 1925

Ξενοδοχείο Ορλεάνη, Γλασκόβη

Αγαπημένο ημερολόγιο, έχεις ερωτευτεί ποτέ;»


Αποσύρω τα μάτια μου από το ημερολόγιο σοκαρισμένη και απορημένη ταυτόχρονα. Πολλές οι ερωτήσεις μου και δεν έχω αγγίξει ακόμη την τρίτη σειρά του τετραδίου. Ωραία… Υπόσχομαι να μην ξαναδιακόψω την ανάγνωση μου και όπου με βγάλει.


«Ανάγκασα τον Μεμά να μου αγοράσει νέο τετράδιο καθώς το παλιό τελείωσε την προηγούμενη εβδομάδα. Μπορούσε να αγοράσει ένα με πιο όμορφο εξώφυλλο, αν με ρωτάς. Όμως επειδή είτε ρωτάς είτε όχι, εγώ χέστηκα, θα με ακούσεις.

Σου έχει τύχει να δεις ένα χρώμα πιο μπλε και από τη θάλασσα; Μα είσαι άψυχο, μικρό μου ημερολόγιο, κι εγώ πιο τρελή από ποτέ. Είδα δυο θάλασσες, που λες, καταμεσής του μεγάλου σαλονιού με τα τραπέζια των τζογαδόρων. Είχε τη φήμη εκείνου που πηγαίνει με όποια δει μπροστά του κι εγώ τους τελευταίους μήνες (ευτυχώς που δεν το ξέρει η μάνα μου) έχω ακριβώς την ίδια φήμη, με τη διαφορά πως όποιος βρεθεί μπροστά μου θα με πληρώσει. Μπορείς να φανταστείς νομίζω τι συνέβη όταν  βρέθηκε ο ένας μπροστά στον άλλον. Μόνο που... ήταν αλλιώς. Και όλα αυτά τα λόγια που γράφω στα ποιήματα μου, που ακούω στους στίχους των τραγουδιών, ξαφνικά βγάζουν νόημα. Ο πάγος γίνεται φωτιά και το ανάποδο. Μπορώ να ονομάσω τη μέρα νύχτα και να παρομοιάσω το φεγγάρι με μία ασημένια καρφίτσα. Μπορώ να κάνω… και να πιστέψω τα πάντα.

Η ώρα ήταν περασμένες εννιά. Το ρολόι στο χέρι του το έλεγε ξεκάθαρα. Ώ, μα μπορώ να μιλάω ώρες ολόκληρες για εκείνον. Τα χέρια του ήταν δουλεμένα σαν εκείνα ενός ξυλουργού, το δέρμα του κατάλευκο σαν εκείνο των βορείων, η πλάτη του… ένας καμβάς για έναν ζωγράφο, ένα λευκό χαρτί για έναν συγγραφέα, έναν ποιητή… Μία σκηνή για να οργανώσει μια παράσταση ένας σκηνοθέτης. Τέχνη αψεγάδιαστη. Καταλαβαίνεις, μικρό μου ημερολόγιο; Σου μιλάω για τέχνη. 

Μου φίλησε το χέρι πριν ακόμη ο Μεμάς μάς συστήσει. Δεν μπόρεσε να προφέρει τ’ όνομά μου, όμως η προσπάθειά του είναι αναγνωρίσιμη. Βέβαια… ο Μεμάς μάς άφησε μόνους και τα χέρια του ξένου άφησαν τα δικά μου μόνο και μόνο για να με φέρει πιο κοντά του. Σάστισα… Είναι ωραίο να σαστίζεις. Είναι… σαν ένας μέτριος πελάτης να σου αφήνει μπουρμπουάρ. Εκεί… εκεί σαστίζεις από χαρά. Εγώ στ’ ορκίζομαι σάστισα από έξαψη, ο κορσές ξαφνικά με έπνιγε, το στήθος μου ήταν έτοιμο να εκραγεί. Και όταν εκείνος το κοίταξε λαίμαργα… δεν ντράπηκα. Του το έδειξα πως δεν ντράπηκα, χαμογέλασα. Λες να μην κατάλαβε πως δεν ντράπηκα; Τι σημασία έχει όμως; Δεν μπόρεσε να περιμένει και πολύ… το στήθος μου εμφανίστηκε πολύ γρήγορα πλήρως εκτεθειμένο μπροστά του.

Με άφησε να επιλέξω εγώ τον χώρο μας. Συνήθως οι πελάτες έχουν τον πρώτο λόγο σε αυτά, όμως εκείνος με άφησε να τον καθοδηγήσω στο μέρος που θα με έκανε δική του. Δεν τον είχα ξαναδεί στο ξενοδοχείο όσα χρόνια είμαστε εδώ με τον Μεμά, ξέρεις πολύ καλά πως η πελατεία δεν περνάει ποτέ απαρατήρητη από μπροστά μου. Η Ροξάν είχε δίκιο… «τους πελάτες δεν τους ξεχνάς. Ένα καλό κι ένα κακό πουλί μένει πάντα χαραγμένο στο μυαλό σου». Είχε δίκιο. Γι’ αυτό και ήμουν σίγουρη πως εκείνον δεν τον είχα ξαναδεί.

Δε θα μιλήσω με λεπτομέρειες, ημερολόγιο… Μπορώ να σου περιγράψω την εμπειρία μου με τόσες μεταφορές και παρομοιώσεις όσες δεν έχω ξαναγράψει ποτέ. Άφηνε σημάδια με τα χείλη του σα να μου υπόσχονταν πως θα ξανάρθει, σα να χάραζε μία δική του διαδρομή, έναν δικό του χάρτη για τα υπόλοιπα ταξίδια που θα κάνει πάνω μου. Σεβάστηκε τον πόθο μου και γι’ αυτό θα τον ευγνωμονώ πάντα.

Η ημερομηνία είναι 24 Ιούλη κι εγώ δηλώνω ευτυχισμένη και κατακόκκινη σαν τις ντομάτες στα γεμιστά της κυρά Μυρσίνης, της μάνας μου. Αν αργήσω να σου γράψω τον άλλον μήνα, μικρό μου ημερολόγιο, είναι που οι λέξεις πλέον θα είναι τόσες πολλές που θα θέλω να γράψω, μα το μυαλό μου δε θα μπορεί να τις διαχειριστεί.

Το όνομά του δεν το έμαθα, μου υποσχέθηκε όμως την επόμενη φορά που θα με δει να μου το πει. Είπε κιόλας πως δε θα αργήσει. Είπε τόσα πολλά, μικρό μου, καινούριο ημερολόγιο. Κι έκανε άλλα τόσα. Ή πλάτη του… Μόνο η πλάτη του… Έχεις δει πεδίο μάχης να σκίζεται στα δύο από βολή κανονιού, τους μύες να πάλλονται σαν τους αστεροειδείς σε συντριβή που απειλούν την ανθρωπότητα; Έχεις δει λόγια να χαράσσονται πάνω σε ένα βουνό από ζεστό δέρμα που γυαλίζει από τον ιδρώτα και το πάθος; Αν αργήσω να ξαναγράψω, μικρό μου ημερολόγιο, είναι που θα έχω κρυφτεί κάτω από ένα τέτοιο βουνό, είναι που θα έχω γίνει αστεροειδής συνετριμμένος και θα περπατάω στα τυφλά πάνω σε ένα πεδίο μάχης.

 Η Καλυψώ σου»

 

Κλείνω το ημερολόγιο και κοιτάω την ώρα. Ναι… έχει περάσει μιάμιση ώρα και το διάβασα όλο. Δεν ξέρω αν αξίζει να αναφερθώ σε όλα όσα διάβασα. Η Καλυψώ ερωτεύτηκε τόσο δυνατά και κραυγαλέα. Έγραψε τόσα ποιήματά για εκείνον τα οποία έκαψε εν μία νυκτί, όταν εκείνος πέθανε. Ο Γουίλιαμ… Τελικά το όνομα του το έμαθε όντως με την επόμενη συνάντησή τους. Η Καλυψώ έμεινε έγκυος στα εικοσιτρία της, όμως το μωρό δεν κατάφερε να γνωρίσει καλά τον πατέρα του. Ο Γουίλιαμ έφυγε νωρίς και η Καλυψώ επέστρεψε στην Ελλάδα με την κόρη της συνεχίζοντας να τάσσεται υπέρ του επαγγέλματος, το οποίο είχε εγκαταλείψει μετά τον αρραβώνα της με τον Γουίλιαμ. Έπρεπε να βρει τρόπο να μεγαλώσει την κόρη της, την προγιαγιά μου.

Συγγνώμη Καλυψώ που δε σε αναφέρουν οι δικοί σου. Συγγνώμη που τα ποιήματά σου γίνανε στάχτη όπως και η ευτυχία σου. Συγγνώμη που έμαθα τόσο αργά τον άρρωστο, θρυλικό έρωτά σου. Συγγνώμη που η κόρη και η εγγονή σου δε σέβονται τον όρο της απώλειας επειδή δεν ερωτευτήκαν, μα αγάπησαν μονάχα. Συγγνώμη που δεν πήρες άλλο ημερολόγιο ποτέ ξανά επειδή έκανες χρόνια ολόκληρα για να ξαναγράψεις και οι μερικές σελίδες του αρκούσαν να χωρέσουν όλη τη ζωή σου. Συγγνώμη που έπρεπε να αποκτήσεις τρισέγγονο για να επανέλθουν οι λέξεις σου στο φως. Όμως είμαι εδώ… και σε νιώθω. Γιατί γράφω για τον έρωτα, την αγάπη, τον δικό μου Γουίλιαμ που περιμένω με ανυπομονησία. Γράφω για όνειρα, επιθυμίες και οι άλλοι στραβώνουν επειδή τους θυμίζω εσένα και όσα λάτρευες. Μία σάρκα και μία πλάτη, μία καρδιά και δύο μάτια. Σε ευχαριστώ που έγραφες για τον εαυτό σου, Καλυψώ, σε ευχαριστώ που χωρίς να το ξέρεις τότε, σήμερα εγώ είχα την ευκαιρία να αγγίξω μία μικρή πτυχή σου. Και αν είναι να κρατήσω κάτι απ’ όσα έγραψες για εκείνον, θα κρατήσω το εξής: 

«Είναι που το σίχαμα και ο έρωτας και η αρρώστια μού ταιριάζουν. Είναι που κάλλιο να πεθάνω από κάποιο χέρι δικό μου, κάλλιο να με σκοτώσει ο έρωτας ο ίδιος, παρά να πάω από τον χρόνο. Ο δεύτερος είναι ξένος… ο πρώτος είναι δικός μου. Είμαι μέσα στον δεύτερο χαμένη… και ο πρώτος είναι μέσα μου».



Μarilene

Σχόλια

  1. Τι να πω για αυτό το κείμενο; Μόνο πως είναι συγκινητικά υπέροχο. Μπράβο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ω αγαπημένη μας νεαρή φίλη! Ω, Ελένη μας, δεν έχω λόγια! Υποκλίνομαι κοπέλα μου, σε αυτό το υπέροχο μικρό διήγημα. Μια αφήγηση που σε καθηλώνει, σε γεμίζει έντονη συγκίνηση.
    Η ανακάλυψη ενός ημερολογίου, το παραπέτασμα που σκίζεται για να έρθει στο φως μια λατρεμένη καρδιά, μια γυναίκα, που ξέρει να ερωτεύεται και να τιμά τη ζωή, η Καλυψώ.
    Και έρχεται με την πένα της γραφής σου.
    Ειλικρινά με συγκίνησε το διήγημα και με άγγιξε πάρα πολύ. Τα θερμά μου συγχαρητήρια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ένα μικρό διήγημα, με πολύ ευαισθησία ακουμπά ένα θέμα που κάποτε ήταν ταμπού. Καλογραμμένο, κρατάει την ένταση του σε όλη τη διάρκεια του, λυρική γραφή, όμορφη γραφή!
    Καλή συνέχεια, Ελένη!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Μπράβο σου Ελένη, είναι το πρώτο που θα πω! Γι αυτό το κείμενο που είναι τόσο γεμάτο και τόσο όμορφο και τόσο....δεν ξέρω πώς να το χαρακτηρίσω. Αλλά με παρέσυρε. Το διάβαζα και έκανα εικόνες και ένιωθα πράγματα! Και αυτός ο επίλογος, αυτά τα συγγνώμη...τόσο ωραία γραμμένα! Πραγματικά, θαυμάζω τους ανθρώπους που σε μια τόσο μικρή έκταση μπορούν να πουν τόσα πολλά! Υπέροχο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εσύ που είσαι ταγμένος των πολλών γραμμάτων και των πολλών σελίδων το εκτιμάς λίγο περισσότερο, το ξέρω. Σε ευχαριστώ πολύ Χάρη μου!!!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Back to Top