Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Καλώς ήρθες

Αναγνώστης, συγγραφέας, αρθρογράφος ή και απλός περαστικός... Είναι τιμή μας να σε έχουμε στην παρέα μας!

Επιλεγμένα

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

  "ΜΠΛΕΞΑΝ ΟΙ ΖΩΕΣ ΜΑΣ" Νεκταρία Μαρκάκη Περίληψη Σε μια πόλη που πνίγεται στο γκρίζο, ένας άνθρωπος χρωματίζει τις ζωές δύο αγνώστων, δίνοντας τους ένα χέρι βοηθείας την στιγμή που και οι δύο ήταν έτοιμοι να παραδώσουν τα όπλα. Ο Μάρκος έχει μάθει να δίνει απλόχερα με μοναδικό αντάλλαγμα, για όποιον το θέλει, να προσφέρει και αυτός με την σειρά του σε κάποιον. Ένα καλός λόγος σε μία γυναίκα και λίγα τρόφιμα σε έναν άστεγο άνδρα είναι αρκετά για να φέρουν κοντά έξι ανθρώπους που θα ζήσουν ένα θαύμα. “Μία απλή πράξη καλοσύνης μπορεί να φέρει αλυσιδωτές αντιδράσεις ευτυχίας!” Βρείτε το βιβλίο μέσω του eshop makestorytelling.com σε αποκλειστική συνεργασία με τη συγγραφέα και την ομάδα συνεργασίας.  ΘΕΛΩ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ! Λίγα Λόγια για τη Νεκταρία Μαρκάκη Η Νεκταρία Μαρκάκη γεννήθηκε στην Αθήνα και η αγάπη της για τη συγγραφή ξεκίνησε στα εφηβικά της χρόνια, όταν αποτύπωσε για πρώτη φορά στις σκέψεις της σε χαρτί. Το 2013 μοιράστηκε το πρώτο της δημιούργημα στην εφαρμογή συγγραφέων Wa

"Αιώνων διασταυρώσεις" (ποίημα της Ελένης Ζηνονίδη)


"Αιωνων διασταυρώσεις"


Ρίξε μου νύχτα πένθιμο

Χρώμα που εσύ γεννάς

Τραγούδι πλέον εύθυμο

Δε θα ‘βρεις της καρδιάς

 

Χύσε μες στο ποτήρι μου

Δυο αστέρια, δυο παιδιά σου

Και παίξε για χατίρι μου

Της άρπας άγγιγμα σου

 

Έλα νυχτιά και τύλιξε

Εμέ σ’ έναν μανδύα

Νοτιάς γλυκός δε φύσηξε

Στην άδεια μου κηδεία

 

Βάλε με μάνα σκοτεινή

Μέσα στην αγκαλιά σου

Σαν άστρο φίλα με γλυκά

Όπως και τα παιδιά σου

 

Φεγγάρι μου ολόγιομο

Που όλοι μας σε υμνούμε

Άσε για με πηγή φωτός

Τα βράδια να κοιμούμαι

 

Εσύ ρωτάς πώς λέγομαι

Ισμήνη τ’ όνομά μου

Ντροπή στην πόλη μου που ζω

Κι έχω τα λογικά μου

 

Εκείνη που τα έχασε

Και είχα γι’ αδερφή μου

Περίσσια η τύχη μου, νυχτιά

Που ήταν στη ζωή μου

 

Κρύψε με νύχτα, όλοι τους

σα τέρας με θωρούνε

Έγκλημα έκανα κακό,

θαρρείς, και μ’ αδικούνε

 

Ισμήνη σου είπα λέγομαι

Της Αντιγόνης αίμα

Εκείνης που αποφάσισε

Της μοίρας της το τέρμα

 

Εκείνης που, ναι, περίτρανα

Αψήφησε τους νόμους

Και του αδερφού μας, με τιμή

Έθαψε βίαιους πόνους.

 

Εδώ πια βρίσκομαι κι εγώ,

Μετά από τόσα χρόνια

Θαμμένη κάτω από λευκού

Ιβίσκου τα σεντόνια

 

Εκχύλισμα μοσχοβότανου

Στόλισε τα μαλλιά μου

Στο μέρος που τώρα κάθομαι

Ευφραίνεται η καρδιά μου

 

Λευκό παντού

Καταμεσής, ρυάκι αλαφιασμένο

Κι εγώ σιμά του κάθομαι

Σαν πτώμα διψασμένο

 

Έχουν περάσει χρόνια πια

Πάει εκείνη η μέρα

Το σώμα μου που άφησα

Ταξίδεψα στον αιθέρα

 

Εκείνη η μέρα, χρόνια πριν

Και άλλα χρόνια τόσα

Που η αδερφή μου άφησε

Δική της πνοή με δόξα

 

Ζωή, ναι, έζησα σωστή

Τ’ ορκίζομαι δε κρύβω

Ερώτων χτύπους ένιωσα

Δε μ’ έκαναν να φύγω

 

Δική μου έζησα ζωή

Κι ας κρίθηκα απ’ όλους

Που πίστη εγώ δεν έδειξα

Στου αίματος τους ρόλους

 

Σαν να με καταριότανε

Κάθε ψυχή των ξένων

Που η Αντιγόνη θάφτηκε

Μα εγώ έχτιζα το μέλλον

 

Και τώρα εδώ, νεκρή ψυχή

Χρόνια παρέα με άλλες

Στα πέταλα του ιβίσκου μου

Να αφήνω δυο ψιχάλες

 

Δεν είμαι μόνη, βρέθηκα

Ξανά με τους δικούς μου

Αν όχι με όλους, μ’ αρκετούς

Που νιώθαν τους λυγμούς μου

 

Τώρα πια είμαι μοναχή

Εκείνοι ταξιδεύουν

Σε σώμα ξένο, σαν ψυχές

Την τύχη τους γυρεύουν

 

Δεν ξέρω ποια, μ' από μακρυά

Σα νύμφη πλησιάζει

Θεοί, με τ’ Απολλώνιου

Την κόρη εκείνη μοιάζει

 

Στης Ελσινόρης το βασίλειο

Εκεί ήταν η ζωή της

Για ενός Αμλέτου άγγιγμα

Θα ‘δινε τη ψυχή της.

 

Κόρη που συ ευρέθηκες

Νεκρή μες στο ρυάκι

Ποιο λέλουδο της άνοιξης

Σ’ έφερε σαν αεράκι;

 

«Δικοί σου σ’ αφήσαν μοναχή

Άδικο πια για ‘σένα

Της μοναξιάς σου σύντροφος

Θα γίνω από τα ξένα

 

Σ’ άκουσα πριν που μίλαγες

Στης νύχτας τα βλαστάρια

Αυτά που εδώ δε βρίσκουμε

Δε ζούμε στα σκοτάδια

 

Άκουσα που τους έλεγες

Πως στη δική σου πόλη

Τότε που ζούσες τη ζωή

Σε λοιδορούσαν όλοι

 

Όμως εσύ γλυκιά ξανθή

Είχες τα λογικά σου

Κι ας είχες χάσει όπως κι εγώ

Του αίματος δεσμά σου

 

Παράφρων δεν κατέληξες

Τα λογικά σου τα ‘χες

Για της ζωής τη στράτα σου

Του λόγου έδωσες μάχες

 

Δεν φτύνανε τον κόρφο τους

Οι κάτοικοι στα τείχη

Τέτοιο χτικιό του δαίμονα

Η τρέλα, μη τους τύχει

 

 

Είμαστε δύο κι ορφανές

Από πατέρα, μάνα

Εγώ σαλεύτηκ’ απ’ οργή

Μπλεγμένη μ’ ένα δράμα

 

Κι εσύ με τρία αδέρφια πια

Που γίνανε κανένα

Ζωή πατάς στα πόδια σου

Και φεύγεις για τα ξένα

 

Κι όμως σε νιώθω, σε θωρώ

Δεν άντεξες τους άλλους

Εκείνους που σε έφτυναν

Τους δήθεν, τους μεγάλους

 

Στα ξένα έφυγα κι εγώ

Έφυγα να γλιτώσω

Παραφροσύνης τ’ όνειρο

Δεν άντεξα να σώσω

 

Έναν πατέρα κι αδερφό

Μα, ναι, μονάχα εκείνους

Κι εκείνου του Αμλέτου μου

Τους θαλασσί τους κρίνους

 

Γερό κορμί μια ομορφιά

Και δέρμα από μετάξι

Δυο κρύσταλλα τα μάτια του

Φωτιά, με είχαν κάψει

 

Γλυκιά αντάρα του έρωτα

Ξυπνούσα και κοιμόμουν

Με σένανε στο πλάι μου

Κι εκείνον εσκεφτόμουν

 

Αντάρα που την ένιωσα

Με έπνιξε μεγάλη

Στην όψη εκείνη την κοφτή

Με έπιανε μία ζάλη

 

Εσύ ξανθή που σκέφτεσαι

Τους μήνες και τα χρόνια

Που τα παιδιά σου άνθισαν

Και έζησαν τα χιόνια

 

Είχες την τύχη την καλή

Στο πλάι σου παραμάνα

Να σε γλιτώνει απ’ τ’ άσχημα

Της μοίρας μας τα πλάνα

 

Εγώ όμως δεν εγεύτηκα

Τίποτα από κανένα

Μονάχα πίκρα κι αψιθιά

Με έντυναν εμένα

 

Όμως συγχώρα με ξανθή

Χάνω τα λογικά μου

Ευλογημένη αισθάνομαι

Που χτύπησε η καρδιά μου

 

Με ένα ρυθμό αλλιώτικο

Που δεν ορίζει η φύση

Με εκείνον που ο Έρωτας

Ήρθε να με στολίσει

 

Τουλάχιστον μες στη ζωή

Αυτή τη μαραμένη

Η όψη μου την όψη του

Είχε να περιμένει

 

Μπορεί από με, πριγκίπισσες

Να μη καρποφορήσαν

Μάτια μικρά, μικρών ψυχών

Να μη με αντικρύσαν

 

Μα, ναι, χαρά ανέλπιστη

Και προσευχή μου πρώτα

Άρπας χρυσής του έρωτα

Που άκουσα τη νότα»    

  

«Καταλαβαίνω δύσμοιρη

Τη θλίψη τη δική σου

Που βλασταριού βλεφάρισμα

Δεν είδες στη ζωή σου

 

Έχεις το δίκιο, νύμφη μου

Την τύχη μου να στολίζεις

Εκείνης που τα μελλούμενα

Δύσκολα τα ορίζεις

 

Ερώτων έζησα καημούς

Και πόθο μυρωμένο

Τριανταφυλλένιο πέταλο

Στο στήθος καρφωμένο

 

Κι από έρωτα αγάπησα

Το σύζυγο και άνδρα

Καρπούς μέσα στη μήτρα μου

Νανούριζα στη βεράντα

 

Χαρά μπήκε στο σπίτι μου

Το άξιζα πιστεύω

Που τόσα χρόνια έμενα

Την τύχη να γυρεύω

 

Μετά από πίκρες, δάκρυα

Κραυγές μου αδικίας

Πόνο και αντιμετώπιση

Μ’ ενός τρελού ομοίας

 

Σάλεψα πια στα ψέματα

Κι έσφιξα τα δόντια

Στο δρόμο μου που κοίταξα

Δε βρήκα άλλα εμπόδια

 

Ξεκίνησα τότε για αλλού

Για ξένα βουνά και τόπους

Που αθλία αντιμετώπιση

Δε θα ‘χα απ’ τους ανθρώπους

 

Και η ζωή μου έστρωσε

Περάσαν τα δεινά μου

Στα λέω και ανταριάζομαι

Ζεσταίνεται η καρδιά μου

 

Μα είναι κακό, συγχώρα με

Το να μιλώ για μένα

Όταν οι μέρες οι ζεστές

Δεν πλάστηκαν για σένα

 

Πατέρα έχασες μαζί

Κι όλα τα λογικά σου

Και σε ρυάκι δροσερό

Βραχήκαν τα μαλλιά σου

 

Κι από ρυάκι έφυγες

Ταξίδεψες σα νεφέλη

Στην αγκαλιά τους σ’ έβαλαν

Του ουρανού αγγέλοι

 

Κι από δω πάνω έβλεπες

Του ανθρώπου τις κατάρες

Πολέμους, ζήλιες, φονικά

Και συμφορές μεγάλες

 

Δεν άλλαξε ο άνθρωπος

Απ’ τα δικά μου χρόνια

Κακία είχε μες στο νου

Την έκανε κανόνια

 

Όπλιζε μίσος, λάβωνε

Τον αδερφό, τον φίλο

Πότιζε μ’ αίμα πορφυρό

Της μοίρας του τον κύκλο

 

Ντροπή και χλεύη οι δυο μας, ναι

Και πάλι κοροϊδία

Εσύ που λόγου πέταξες

Τον φωτεινό μανδύα

 

Εγώ που ατίμασα βαρύ

Τον όρκο τον δικών μου

Που μ’ αλυσίδες μ’ έσφιγγαν

Ν’ αφήσω τ’ όνειρό μου

 

Και να θαφτώ μαζί με αυτούς

Κάτω από στρώσεις χώμα

Αγέρας να μην ακουμπά

Πια το δικό μου σώμα»

 

«Μια συμφορά ο άνθρωπος

Άλλες και χίλιες τόσες

Που περπατά πάνω στη γη

Πίκρες που σπέρνει πόσες

 

Άνθρωπος πίκρα με έλουσε

Αρνούμενος έρωτα μου

Άνθρωπος λάβωσ’ αίμα μου

Μαζί και την καρδιά μου

 

Άλογη πλέον και μισή

Μ’ ορφάνια ποτισμένη

Μες στο παλάτι τριγυρνώ

Σφυρίζω ζαλισμένη

 

Εγώ του Απολλώνιου

Η κόρη η φημισμένη

Κατέληξα από άνθρωπο

Στο ύδωρ πια πνιγμένη

 

Μα, ναι, λατρεύω το νερό

Τι έχει να μη λατρέψεις

Τα κύματα στο πέρας του

Πώς να μην αγναντέψεις

 

Τον ήχο αυτόν τον γάργαρο

Μιας νύμφης που φωνάζει

Θαρρείς κι αυτή θα πεταχτεί

Σαν βροντερό χαλάζι

 

Δροσιά στη ζέστη και ζωή

Αυτά προσφέρει μόνο

Μα τον δικό μου απάλυνε

Της ψύχωσης τον πόνο

 

Αυτόν εκεί τον παφλασμό

Αυτό μόνο κρατάω

Την τελευταία μου βουτιά

Στους ουρανούς πριν πάω

 

Πες μου κι εσύ, δεν έλκεσαι

απ’ το μικρό ρυάκι

που όλο χάρη και ζωή

ρέει στ’ ουρανού την άκρη;»

 

«Συγχώρα με κόρη γλυκιά,

Μα μες στου νου παλάτια

Το υγρό στοιχείο της ζωής

Πολλών έκλεισε μάτια

 

Ταξίδια κατεστράφησαν

Πορείες πολλών αλλάξαν

Πνιγήκανε στη συμφορά

Όσοι την εθαυμάσαν

 

Τη θάλασσα την πλάνη της

Και κάθε της μελωδία

Πολλοί όσοι τυλίχτηκαν

Στου κύματος τη μανία

 

Βουβός ο θάνατος αυτών

Που η μάνα δε τους βρίσκει

Που τάφος δε τους κάλυψε

Στου ήλιου τους τη δύση

 

Όχι δεν συνερίζομαι

Αυτή σου τη λαχτάρα

Για θάλασσες, και ποταμούς

Και της δροσιάς αντάρα

 

 

Καμάρα κρύα και δροσερή

Για όσους την κατοικούνε

Για όσα κορμιά αλόγιστα

Τα σπλάχνα της μετρούνε

 

Εγώ αλλού έχω ταχθεί

Άλλη λαχτάρα έχω

Των λουλουδιών τη μυρωδιά

Σε εκείνη καταφεύγω

 

Άκακη, μεγαλόψυχη

Γεμάτη ευωδία

Ζεστή, τόσο φιλόξενη

Δε φέρνει τραγωδία

 

Λουλούδια σαν τον ιβίσκο μου

Που τύλιξα στα μαλλιά μου

Θυμίζουνε κάποιους καιρούς

Που παίζαν τα παιδιά μου

 

Στους κήπους τους ολάνθιστους

Τρέχανε και γελούσαν

Με μυρωδιά του γιασεμιού

Τα σπλάχνα τους μεθούσαν

 

Κι εγώ μεθούσα μόνη μου

Στη μυρωδιά του ιβίσκου

Που αυτός δεν θα με έριχνε

Στα έγκατα της αβύσσου

 

Γι’ αυτό σ’ το λέω, όχι εγώ,

Δε θέλω τη δροσιά του

Νερό κατέπνιξε βουνά,

Πόλεις στο πέρασμα του

 

Στεριά δεν έκανε κακό

Ποτέ και σε κανένα

Κανείς δεν έκανε όνειρα

Μες στου βυθού το ψέμα»

 

«Έχεις το δίκιο σου να λες

Και τα δεινά της μάνας

Εκείνης που πνίγει άσπλαχνα

Του αίματος δεσμά μας

 

Μα μη της επιτίθεσαι

Δεν θέλει κι ανταριάζει

Ο άνθρωπος είπαμε και πριν

Με το καλό τα βάζει

 

Δίκαια καταράστηκε

Ανθρώπων τα ταξίδια

Και τη ζωή τους άρπαξε

Την έκανε δαχτυλίδια

 

Σκέψου πως δίχως θάλασσα

Δίχως την αγκαλιά της

Ψυχές που ζούνε μέσα της

Δε θα ‘στεκαν μακριά της»

 

 

«Η θάλασσα γεννά κακά

Που ο νους σου δε τα βάζει

Από ψηλά που τα θωρώ

Το μέσα μου σπαράζει»

 

«Είπες στεριά πως τίποτε

Δεν πείραξε ποτέ της

Μα η στεριά τα φονικά

Έφερε σα λεκέ της»

 

«Στεριά είναι το σπίτι μας

Στεριά πατάμε πάντα

Εκεί επιβιώνουμε

Και στήνουμ' αδριάντα

 

Με χώμα της σκεπάστηκα

Κι εσύ και τόσοι άλλοι

Καρπούς φυτρώνει πάντοτε

Η χάρη της μεγάλη

 

Σε αυτή το χρέος της ζωής

Σε αυτή η ευλογία

Θεριεύει φρούτα και καρπούς

Των λουλουδιών μαγεία

 

Σαν του ιβίσκου μου λεπτά

Λευκά τα πέταλά του

Τι θα ‘τανε ο ιβίσκος μου

Μακριά απ’ την κυρά του»

 

«Κυρά εκείνη που βροντά

Σεισμούς που όλο γεννάει

Που ξηρασίες έφερε;

Δε ξέρει ν’ αγαπάει!»

 

«Κόρη παραλογίζεσαι

Στο όνομα του Δία

Μην λες κουβέντες κοφτερές

Που λήγουν σε κακία

 

Καθείς με ό,τι επιθυμεί

Καθείς με τα σωστά του

Καθείς με ό,τι αγαπά

Μ’ ό,τι κρατάει κοντά του

 

Εσένα νερό σε τύλιξε

Πριν γίνεις μια νεφέλη

Προτού σε λούσουν άγγελοι

Με γιασεμί και μέλι

 

Κι εγώ σαν έβγαλα πνοή

Την τελευταία εκείνη

Του ιβίσκου μου τη μυρωδιά

Την ονομάζω κλήνη


«Κι εγώ μες στην υγρή αγκαλιά

Έπνιξα την πνοή μου

Μια πλάνη είναι τελικά

Η υδάτινη μορφή μου

 

Σε δένδρο γερό προσπάθησα

Τα άνθη να μυρίσω

Είδα εμέ μες στο νερό

Έσκυψα να μ’ αγγίξω

 

Όμως το δένδρο το γερό

Νόμιζα με βαστούσε

Και απ’ των κλαριών την αγκαλιά

Τίποτα δε γλιστρούσε

 

Στερνή μου γνώση, λογική

Δεν είχα στο μυαλό μου

Το χέρι τέντωσα κι εγώ

Να φτάσω το είδωλο μου

 

Μα τα κλαριά ραγίσανε

Και λούστηκα με εμένα

Το είδωλο μες στο νερό

Κι εγώ γενήκαμ’ ένα

 

Και όλα έγιναν γοργά

Ο χρόνος στιγμή παγώνει

Χαθήκαν όλα τα λεπτά

Κι ο πανικός με λιώνει

 

Οι ανάσες μου όλες πιο κοφτές

Και ήρθε κι η τελευταία

Μες στο νερό ο θάνατος

Μ’ αγκάλιασε λαθραία

 

Και να ‘μαι ‘δω τα μάτια σου

Ξανθή πια να κοιτάζω

Με λογική για φίλη μου

Το παρελθόν σπαράζω»

 

«Δικοί μου πια ξεστράτισαν

Για άλλο μονοπάτι

Κάποια στιγμή κι εγώ μαζί

Θα ψάξω ξένο χάρτη

 

Να βρω ένα σώμα, μέσα του

Να μπήξω τη φωνή μου

Να ελέγχω όλες τις σκέψεις μου

Μαζί τη δύναμή μου

 

Έτσι πια γίνεται εδώ

Ψυχές φεύγουν και πάνε

Σε σώματα που αντικρύζουνε

Το φως και δε πονάνε

 

Ξανά θα ζήσουμε χαρές

Τα δάκρυα, τις λύπες

Πολέμους, έρωτες, φιλιά

Τις πρώτες καληνύχτες

 

Γι’ αυτό και πριν στη νύχτα μου

Και στο λευκό φεγγάρι

Μιλούσα για τα αστέρια μας

Που φέγγουν μες στη χάρη

 

 

Με χάρη να στολίσουνε

Τις νύχτες των δικών μου

Που ξένο σώμα βρήκανε

Μακριά απ’ των οματιών μου»

 

«Κι εγώ για εμέ ας ευχηθώ

Και ας παρακαλέσω

Σε τύχη δύσμοιρη, πικρή

Τυχόν μη ξαναπέσω

 

Σαν πάρω κι εγώ το δρόμο μου

Και μπω σε νέο σώμα

Τ’ αστέρια ας μου κεντήσουνε

Με ιβίσκους ένα στρώμα»

 

«Τότε κι εγώ θα ευχηθώ

Η θάλασσα η γαλάζια

Ας θυμηθεί στο πέρας μου

Να μη μου κάνει νάζια

 

Θυμήσου θάλασσα γλυκιά

Κι εγώ σαν τα παιδιά σου

Ορκίζομαι στα πέλαγα

Να πλέξω τα πανιά σου»


Μarilen

 

Σχόλια

  1. Δεν έχω λόγια. Εντυπωσιακό ως έμπνευση αλλά και ως έκταση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Η έμπνευση αντλειται από παντού. Αρκεί να τη νιώσουμε και να την... ακούσουμε. Σε ευχαριστώ 🥰💙

      Διαγραφή
  2. Ομολογώ δεν το περίμενα! Δεν είχα την τύχη και την τιμή μέχρι τώρα να μπω στον κόσμο του γραπτού σου και της λυρικής σου έμπνευσης.
    Ετούτο σου εδώ το ποίημα, προσωπικά θα το χαρακτηρίσω ένα μικρό λυρικό έπος! Ξέρεις, λατρεύω την κλασική ποιητική μορφή της ομοιοκαταληξίας και του μέτρου. Αν πεις δε για το θέμα του, ο αρχαίος κόσμος, για μένα λατρεμένος. Ειδικά τα συγκεκριμένα πρόσωπα.
    Τα πιο θερμά μου συγχαρητήρια από καρδιάς. Έχεις να δώσεις πάρα μα πάρα πολλά πράγματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κύριε Γιάννη, είναι η επιμονή για κάθε λέξη και η πίστη μου σε αυτές. Υπόσχομαι να σας ταξιδέψω όσο πιο μακριά μπορώ. Ευχαριστώ πολύ για όλα!!!

      Διαγραφή
    2. Εμείς ευχαριστούμε για το πάθος που βγάζεις και ότι μάς χαρίζεις στη γραφή σου, Ελένη. Μπράβο.

      Διαγραφή
  3. Πράγματι μοιάζει με μικρό έπος! Να σου πω πώς ενώ δεν είμαι γνώστης ή λάτρης της ποίησης, το διάβαζα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον! ήταν γεμάτο αρώματα και εικόνες! Ειλικρινά πολύ όμορφο! Μπράβο σου Ελένη!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Δε χρειάζεται να τασσεσαι υπέρ της ποίησης για να κάνεις ένα ταξίδι με ομοιοκαταληξια. Ευχαριστώ πολύ πολύ!!

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Back to Top