Το τελευταίο βράδυ που κοιμήθηκα εκεί ήταν τον Αύγουστο του ’15. Είχαμε μαζευτεί πολλοί βλέπετε. Εγώ. Οι γονείς. Οι παππούδες. Τα φαντάσματα. Οι τύψεις -ζώντων και μη. Ίσως επέστρεφα ξανά. Ίσως όταν δε θα ζει κανένας από τους προαναφερθέντες αποφασίσω να μείνω ξανά μέσα σε αυτούς τους τέσσερις τοίχους. Με τους νεκρούς και τις τύψεις τους τα καταφέρνω καλύτερα. Είναι πιο σιωπηλά όλα όταν είναι θαμμένα. Και οι άνθρωποι… και οι τύψεις τους. Το Καπετανόσπιτό μας ήταν κάτι σαν ιερό κειμήλιο. Σαν ένα παλιό μπαούλο που από μέσα του βγαίνουν άνθρωποι και αναμνήσεις. Ο παππούς Αυγέρης δεν ήταν ο πρώτος που έζησε εδώ, ήταν όμως εκείνος που φρόντισε να γεμίσει το πετρόχτιστο κειμήλιο των παππούδων του με ζωντάνια και φως. Και αναγκαστικά, όπως συμβαίνει πάντα με τους ανθρώπους… τύψεις. Ο Αυγέρης ήταν καπετάνιος. Και ως σωστός καπετάνιος που δεν μπορεί να κρατάει ταυτόχρονα το πηδάλιο ενός πλοίου κι ενός σπιτιού, παντρεύτηκε τη Σόφη παραδίδοντας της το πηδάλιο του σπιτιού και της καρδιάς του. ...
Με τον ...Λεβιέ για Εξάρτημα (Επειδή έχουμε απόλυτη ανάγκη από το γέλιο) Ευθυμογράφημα του Γιάννη Πιταροκοίλη -Που πάμε από εδώ βρε Χρήστο μου ; δεν βλέπεις την πινακίδα; Αδιέξοδο δείχνει. -Παραλία μωρό μου, ρομαντικά! Ννα γλεντήσουμε τη μοναξιά μας. -Για αυτό μ’ έφερες στις ερημιές; -Εμ τι, για να δοκιμάσω το GPS στο Ρενό; Δεν έχεις παράπονο, κοίτα! Ηλιοβασίλεμμα και ερημιά. -Κοίτα Ομίχλη στο πέλαγος. -Μαζεύεται τη νύχτα με την υγρασία και φεύγει το πρωί με την ανατολή. -Χρήστο μου, αγκάλιασέ με, δημιουργία ο έρωτας δεν είναι; -Μόνο; Ενέχυρο για όμορφες στιγμές, να τώρα που είμαστε μόνοι. -Εδώ στο αυτοκίνητο; Τολμηρέ μου άντρα! -Αχ Λιζάκι μανάρι μου, καλό και τ’ αυτοκίνητο να σβήνουν οι φωτιές μας. -Ναι Χρήστο μου.... (βογγητά και σκιές απ τα κορμιά που σμίγουν) -Έλα αγάπη μου αργείς; -Εμ φόρα καμιά φούστα κοντή βρε μωρό μου να βολευτούμε. Εσύ μούρθες με τον κορ...