Το τελευταίο βράδυ που κοιμήθηκα εκεί ήταν τον Αύγουστο του ’15. Είχαμε μαζευτεί πολλοί βλέπετε. Εγώ. Οι γονείς. Οι παππούδες. Τα φαντάσματα. Οι τύψεις -ζώντων και μη. Ίσως επέστρεφα ξανά. Ίσως όταν δε θα ζει κανένας από τους προαναφερθέντες αποφασίσω να μείνω ξανά μέσα σε αυτούς τους τέσσερις τοίχους. Με τους νεκρούς και τις τύψεις τους τα καταφέρνω καλύτερα. Είναι πιο σιωπηλά όλα όταν είναι θαμμένα. Και οι άνθρωποι… και οι τύψεις τους. Το Καπετανόσπιτό μας ήταν κάτι σαν ιερό κειμήλιο. Σαν ένα παλιό μπαούλο που από μέσα του βγαίνουν άνθρωποι και αναμνήσεις. Ο παππούς Αυγέρης δεν ήταν ο πρώτος που έζησε εδώ, ήταν όμως εκείνος που φρόντισε να γεμίσει το πετρόχτιστο κειμήλιο των παππούδων του με ζωντάνια και φως. Και αναγκαστικά, όπως συμβαίνει πάντα με τους ανθρώπους… τύψεις. Ο Αυγέρης ήταν καπετάνιος. Και ως σωστός καπετάνιος που δεν μπορεί να κρατάει ταυτόχρονα το πηδάλιο ενός πλοίου κι ενός σπιτιού, παντρεύτηκε τη Σόφη παραδίδοντας της το πηδάλιο του σπιτιού και της καρδιάς του. ...
Ειλικρινά δεν γνωρίζω τι σημαίνει πλούτος για τον καθένα. Μιας λοιπόν που ζούμε σε καιρούς περίεργους και η καραντίνα μας έχει στοιχίσει από την προσωπική επαφή με τους αγαπημένους μας, μέχρι και την ελευθερία μας, εγώ θα πω πως αυτό που έχω πεθυμήσει περισσότερο, είναι να μπω σε ένα αεροπλάνο και όπου με βγάλει.
Από μικρή ηλικία, έπαιζα ένα ΄΄παιχνίδι΄΄ με τον εαυτό μου, να στέκομαι στις αναχωρήσεις μπροστά και να διαβάζω τους υποψήφιους προορισμούς, διαλέγοντας τον αγαπημένο μου και τοποθετώντας νοερά μία μικρή καρφίτσα για να τον επισκεφτώ στο μέλλον. Δεν φανταζόμουν ποτέ, πως όλη μου η ζωή θα ήταν ένα ταξίδι, ακόμη και η γνωριμία μου με τον άντρα μου. Ο πρώτος προορισμός που θυμάμαι, ήταν ένα ορεινό, ελβετικό χωριό που ονομαζόταν Σεν Μόριτζ και ήταν γερμανόφωνο προς μεγάλη μου απογοήτευση καθώς εγώ μάθαινα γαλλικά. Ήταν Χριστούγεννα, το χιόνι μου έφτανε μέχρι το γόνατο και μαζί με τους γονείς μου κάναμε βόλτες στις ολόλευκες, παγωμένες του λίμνες, με την μητέρα μου να αρπάζεται με τις πλούσιες κυρίες που φορούσαν γούνες, ενώ τα σκυλιά τους δίπλα τους, έτρεμαν σαν τα κλαράκια στον άνεμο. Θυμάμαι να ξυπνώ το πρωί, πάντοτε με το χιονισμένο τοπίο να με συνοδεύει, να είναι παραμονή Χριστουγέννων και να ανακαλύπτω την επομένη πως το γράμμα που είχα αφήσει στον Άγιο, είχε κάνει φτερά, καθώς τα δώρα μου θα τα έβρισκα στην Ελλάδα. Τότε, μου είχε κάνει εντύπωση το γεγονός πως στο εξωτερικό τα πάντα έκλειναν νωρίς και η διασκέδαση ήταν ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με την πατρίδα. Αγαπημένη ανάμνηση; Η πρώτη μου προσπάθεια να κάνω σκι και αν και ήμουν μόλις οκτώ, εγώ είχα μάτια μόνο για τον κατάξανθο, Ελβετό δάσκαλο, εξαιτίας του οποίου πήρα την κατηφόρα δίχως σταματημό.
Από το γαλήνιο, ελβετικό χωριό, επόμενη στάση τέσσερα χρόνια μετά, ήταν το Παρίσι. Η πόλη του φωτός και της μελαγχολίας, η πολή που με έκανε να νιώσω περήφανη για τα βελτιωμένα γαλλικά μου και μου δίδαξε τη σημαίνει να τρως τα πιο ωραία σουφλέ της ζωής σου και να καταριέσαι ταυτόχρονα για το γεγονός πως το κρέας το σερβίριζαν ωμό. Θυμάμαι τον καλοσυνάτο ζωγράφο της Μονμάρτης να φτιάχνει το σκίτσο μου, τα άπειρα μουσεία και τη συγκίνησή μου τη στιγμή που εισερχόμουν στην Παναγία των Παρισίων ακούγοντας την πιο υπέροχη μελωδία της ζωής μου. Τα πολύβουα και ταυτόχρονα γραφικά του σοκάκια, η γλώσσα η μελωδική που λάτρευα, η περηφάνια των Γάλλων να αποφεύγουν τα αγγλικά μιλώντας με ένα παιδί όμως έντεκα χρονών, καθώς οι γονείς δυσκολεύονταν, όλα αυτά και ακόμη περισσότερα θα μου μείνουν όπως και η στιγμή που σιγοτραγουδούσα ΄΄aux champs Elysee΄΄΄και χαιρόμουν γιατί πράγματι βάδιζα εκεί. Η δεύτερη φορά που το επισκέφτηκα, μου επεσήμανε, πως σε αντίθεση με την πιο σοβαρή Ελβετία, εκεί η διασκέδαση στο Μπούντα μπαρ την Παραμονή των Χριστουγέννων, ήταν ομολογουμένως κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα, αφού η πόλη του έρωτα είχε κάνει το θαύμα της και είχε ρίξει τα βελάκια της στους παρευρισκόμενους που είχαν ολίγον παρεκτραπεί. Σύσταση; Η θέα από τον Πύργο του Άϊφελ.
Κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα, η καρφίτσα έδειχνε την Πράγα και τη Βουδαπέστη. Χριστούγεννα και στις δύο περιπτώσεις, με το κρύο στην Πράγα να μην αντέχεται, σε αντίθεση με τη Βουδαπέστη που παρά το γεγονός πως φυσούσε και χιόνιζε, οι θερμοκρασίες ήταν υποφερτές. Αν έπρεπε να διάλεγα ανάμεσα στις δύο, θα ψήφιζα την Πράγα σε ομορφιά. Η πόλη αυτή αν και κατά την άποψή μου ήταν καταθλιπτική, ειδικά όταν περνούσα έξω από το εβραϊκό νεκροταφείο, ήταν παράλληλα και τρομερά γραφική, πολύ γραφικότερη από τη Βουδαπέστη, με τη γέφυρα του Καρόλου στον ποταμό Μολδάβα και τα υπέροχα αγάλματα και γλυπτά που χρονολογούνται από το 1700. Οι Τσέχοι μου φάνηκαν κατσούφιδες, σε αντίθεση με τους Ούγγρους που ήταν πιο χαμογελαστοί. Αγαπημένη μου θέα στη Βουδαπέστη, το φοβερό Κοινοβούλιο όπου μπορεί κάποιος να δει εκεί κοντά και ένα σκοτεινό έργο τέχνης, ΄΄τα παπούτσια΄΄, που ξυπνά μνήμες από το ζοφερό παρελθόν και τον διωγμό των Εβραίων. Αγαπημένο φαγητό, η δική τους κρεατόσουπα ή αλλιώς γκούλας που μου την είχαν σερβίρει στο εσωτερικό ενός στρογγυλού ψωμιού.
Τα ταξίδια μου ωστόσο δεν είχαν σταματημό με την Ρωσία να είναι η επόμενη και να θεωρείται για εμένα ένας από τους πιο εντυπωσιακούς προορισμούς. Πάμε λοιπόν στη Μόσχα, με την επιβλητική Κόκκινη Πλατεία, την απεραντοσύνη της, τον τρελό καιρό της και τους μπράβους που βρίσκονταν σχεδόν σε όλα τα καλά μαγαζιά. Είχα πάει για να παρακολουθήσω τη γιουροβίζιον μιας που θα συμμετείχε και ο τότε αγαπημένος Σακης Ρουβάς! Τι θα μου μείνει; Η ομορφιά και το ύψος των γυναικών που με έκαναν να νιώθω νάνο, το Κρεμλίνο και οι απίθανες χρωματιστές εκκλησίες τους. Δεν μπορώ να πω τι λάτρεψα πιο πολύ, θα σας συμβούλευα απλώς να την επισκεφτείτε οπωσδήποτε!
Λοιπόν, εγκαταλείπω τους κρύους λαούς για να πετάξω για μία χώρα που την αγαπώ, την έχω ξεχωρίσει για πολλούς λόγους, μου έχει χαρίσει υπέροχες στιγμές και αν συνέχιζα δεν θα είχα τελειωμό. Μαντεύετε;; Είναι γειτονάκια! Μιλώ για τα τέρατα του στυλ, τους Ιταλούς. Αχ!Βενετία με τις γόνδολες, Βερόνα με τον άπειρο ρομαντισμό υπό το φως του μύθου της Ιουλιέτας και του μικρού γράμματος που άφησα στο τειχάκι και το κόλλησα με τσίχλα ελπίζοντας να μείνω για πάντα με τον εφηβικό μου έρωτα. Τι νομίζετε; Είχα ζήσει την εμπειρία πριν από το έργο ΄΄Γράμματα στην Ιουλιέτα΄΄! Στο κέντρο μόδας, το Μιλάνο όπου πέφτεις θύμα της βιτρίνας, καθώς τα ρούχα δεν πλησιάζονται από την ακρίβεια, στη Ρώμη την αιώνια γλυκιά πόλη που μοσχοβολά ιστορία και στη λίμνη Κόμο όπου θα έμενα για ένα τρίμηνο οπωσδήποτε, καθώς ερωτεύτηκα τις βίλες της με το μπαρόκ στυλ τους, τον Τζορτζ Κλούνεϊ που είχε και αυτός σπίτι εκεί, μα και την απίστευτη γαλήνη και ομορφιά που ανάβλυζε ο τόπος, με τα γραφικά του χωριά όπως το Μπελάτζιο, να βρίσκονται σε παράταξη γύρω από την τεράστια λίμνη. Τι θα μου μείνει; Η ακρίβεια. Έτσουζε λιγάκι η Ιταλία και εξαγριωνόμουν κάθε φορά που ίδρωνα να συνεννοηθώ, ενώ ταυτόχρονα ο σερβιτόρος μου έλεγε πως έπρεπε να πληρώσουμε ένα, γλυκό, φόρο μόνο και μόνο επειδή καθόμασταν!Ε, ποτέ!
Αν κάνω ένα σάλτο παραδίπλα όμως, θα σας πάω στη Βαρκελώνη και στο ισπανικό νησί Μαγιόρκα, με έδρα μου την Πάλμα, όπου έμεινα δέκα μέρες και είπα πως σαν τις ελληνικές θάλασσες, πουθενά αλλού. Ευτυχώς για εμένα μιλούσα λίγα ισπανικά και μαζί με μία φίλη μου οργώναμε τη Βαρκελώνη τις ημέρες που μείναμε εκεί, με τους εύθυμους Ισπανούς που δεν μπορούσαν να προφέρουν μήτε να γράψουν το όνομά μου εύκολα. Απόλαυσα την τέχνη του Γκαουντί και τη Σαγράδα Φαμίλια. Όσο για την Μαγιόρκα, θα έλεγα πως δεν την κατατάσσω στις πρώτες μου επιλογές. Πηγαίνετε Νάξο καλύτερα.
Μιλώντας προηγουμένως για γειτονάκια, υπάρχουν και οι απέναντι! Ναι, εκείνοι οι ατιμούτσικοι που μας κοντράρουν και από τους οποίους εμπνεύστηκα και μία ιστορία μου;; Αυτοί! Επόμενη στάση, Κωνσταντινούπολη και μία βάφτιση στο Πατριαρχείο για ένα σαββατοκύριακο, με εμένα να είμαι τέρας προκατάληψης και να μουγκρίζω, πως αν πάω εκεί, θα θελήσω στα σίγουρα να χειροδικήσω. Γυρνώντας φυσικά, είχαν να λέω το αντίθετο, μιας που κάθε φορά που μυρίζονταν την καταγωγή μου,η χαρά και ο ενθουσιασμός ήταν έκδηλα, με τον πιανίστα στο λόμπυ του ξενοδοχείου να παίζει τα παιδιά του Πειραία όποτε με έβλεπε και τους άντρες να με φωνάζουν ΄΄Μαρία΄.΄ μήπως έτσι μου τραβούσαν την προσοχή. Αγαπημένη Αγιά Σοφιά, θλιβερή η παρέμβαση στη Χριστιανοσύνη, θλιβερές οι αναμνήσεις από το Φανάρι που κάποτε ζούσαν Έλληνες. Τι θα μου μείνει; Τα ατελείωτα παζάρια, η φοβερή κίνηση στους δρόμους που ήταν δοκιμασία νεύρων, η υπέροχη κουζίνα τους, η μεταξύ μας ομοιότητα πιο πολύ από όσο θέλουμε να πιστεύουμε και τέλος κατέρριψα τον μύθο των ωραίων στα τούρκικα σίριαλ.
Κάνοντας ένα διάλειμμα όμως από τους λατρεμένους ανατολίτες, καθώς απέκτησα στην πορεία της ζωής μου και καλούς γνωστούς, θα πω δύο λόγια για το γλυκό Λονδίνο και τα φοβερά χωριουδάκια του. Κάθε τόπος που πήγα, ήταν όμορφος. Οι εμπειρίες αξέχαστες, τα μνημεία ατελείωτα, οι βόλτες με τα κόκκινα λεωφορεία συνεχείς, τα ψώνια το ίδιο. Αγάπησα το Hide Park, το μελαγχολικά όμορφο Cambridge, το παλάτι των βασιλιάδων, τον πύργο του Λονδίνου, τη γειτονιά Soho, το τσάϊ τους σε κάθε γεύση και μυρωδιά, την China town όπου την βγάζαμε όλη μέρα τρώγοντας, τα σπίτια τους και τόσα μα τόσα άλλα που έχει να προσφέρει αυτή η πρωτεύουσα. Αξίζει όσο τίποτε μία επίσκεψη και ας είναι λιγάκι τσουχτερό με τις τιμές. Εγώ είδα και στο θέατρό τους το φάντασμα της όπερας και βούρκωσα για χιλιοστή φορά σχετικά με αυτήν την ιστορία.Είναι μια εμπειρία που αν μπορείτε, μην τη χάσετε.
Εν συνεχεία θα αφήσω στην άκρη τις Βρυξέλλες με την αιώνια πλατεία τους και το αίσθημα πως εντάξει βρε αδερφέ, είσαι δίπλα στο Ευρωκοινοβούλιο, την καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Αν μιλήσω για το Μάνεκεν Πις, έχω να πω πως ειλικρινά δεν είναι τίποτε άλλο από ένα μικρό αγαλματίδιο, ενός μικρόυ παιδιού που ουρεί σε μία γωνίτσα. Αγαπημένο σνακ των Βέλγων οι τηγανιτές πατάτες. Ωστόσο καλοί μου αναγνώστες, εγώ δίχως καθυστέρηση, θα πεταχτώ πιο βόρεια,σε ένα ταξίδι που ήθελα να κάνω χρόνια ολόκληρα, μόνο για να πάρω μία γεύση του σαγηνευτικού Βορρά. Μιλω για την Σουηδία φυσικά. Ακριβή, ιδιαίτερα τοπία, μα λίγο ψυχρή. Ευτυχώς είχα φίλους που έμεναν εκεί και εκτός από την δωρεάν ξενάγηση υπό τη συνοδεία του γέλιου και της μικρής, ελληνικής μας παράβασης να μπούμε δίχως εισητήριο στο τραμ, μου εξηγούσαν πως διόλου φήμη ήταν το γεγονός πως τα πάντα λειτουργούσαν εκεί με μία ανακουφιστική κανονικότητα. Η Στοκχόλμη μου φάνηκε μικρή και λόγω του καιρού δεν μπορέσαμε να την δούμε ανθισμένη, σε αντίθεση με την Πολωνία.
Λάτρεψα τους Πολωνούς, την απουσία ακρίβειας, τις περιποιημένες τους πόλεις, τα πάρκα και τα παλάτια τους, μα όταν μπήκα στο Άουσβιτς ένιωσα το νευρικό μου σύστημα να καταρρέει με αποτέλεσμα να αποσυρθώ αθόρυβα για να κλάψω σε μία γωνία για όλες εκείνες τις κτηνωδίες που ποτέ μου δεν χώνεψα. Βαρσοβία-Κρακοβία λοιπόν, ένα ταξίδι φθηνό σχετικά που θα σας αφήσει ευχαριστημένους. Συμβουλή; Επιλέξτε καλοκαιρινούς ή ανοιξιάτικους μήνες.
Στην ψυχή μου έμεινε η Βιέννη. Δεν κατάλαβα ποτέ μου, ούτε εξήγησα την υποβόσκουσα έλξη μου προς εκείνη, μα θα έμενα μόνιμα για να μπαινοβγαίνω στα παλάτια και την ιστορία της. Αγαπησα τα σνίτσελ και τις σοκολάτες τους, αγάπησα την πόλη, τον κόσμο και γενικά τον αέρα της, την ύπαρξή της. Ίσως γιατί την αγαπά και η κολλητή μου και μαζί μοιραζόμαστε καθημερινά τα συναισθήματά μας για την πρωτεύουσ της Αυστρίας με τα ωραία ζεστά κρασιά της στις χριστουγεννιάτικες αγορές.
Άφησα ωστόσο για το τέλος τέσσερα ταξίδια ζωής. Ιορδανία, Νέα Υόρκη, Μπαλί και Σιγκαπούρη. Σκορπισμένα στα άκρα της γης, με έκαναν να αγαπήσω την ποικιλομορφία της ανθρώπινης ύπαρξης. Από την λατρεμένη μου Νέα Υόρκη, με τους φαντασμαγορικούς ουρανοξύστες, το αίσθημα του sex and the city, τους γελαστούς και κοινωνικούς κατοίκους της, το ατελείωτο κορνάρισμα και την φρικτή ακρίβεια, ως την αγαπημένη μου Ιορδανία, την έρημο του Ουάντι Ραμ, το φαγητό με θέα το Αμμάν και τους δρόμους να μοσχοβολούν ανθούς από τις νερατζιές, ως το μακρινό Μπαλί όπου αναθεωρείς την ίδια σου την ύπαρξη, αγάπησα τους ανθρώπους. Ο κάθε τόπος με δίδαξε τα δικά του μαθήματα. Στην Ιορδανία δεν ένιωσα ποτέ μόνη. Με τους απίστευτους ανθρώπους της, αν δεν χορεύαμε αγκαλιά με μία φούχτα φυστίκια, σίγουρα παλεύαμε με νοήματα να συνεννοηθούμε. Το μνημείο της Πέτρας, οι βεδουίνοι στην έρημο, οι βόλτες με τις καμίλες, θα μου μείνουν για πάντα στην καρδιά, όπως και ο άργυλος της Νεκράς Θάλασσας. Αγάπησα την κουλτούρα και τους άντρες με τα τουρμπάνια. Η κουζίνα τους πεντανόστιμη, μα το στομάχι μου φάνηκε να έχει τελικά άλλη άποψη.
Για το Μπαλί δεν θα πω πολλά γιατί δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω. Η ζούγκλα, οι τόσο γελαστοί και καλόκαρδοι άνθρωποι, η φτώχεια που όμως δεν έφερνε τη δυστυχία, ο φοβερός καφές, οι τρομεροί ναοί, οι φωτογραφίες με τα σαρόνγκ, ο ήχος της φύσης τα βράδια, θα μείνουν για πάντα στην καρδιά κάθε επισκέπτη. Το Μπαλί είναι τυλιγμένο με μία μυστικιστική ατμόσφαιρα που θα σας συναρπάσει μαθαίνοντας πως εκεί οι άνθρωποι προσεύχονται όχι μόνο για τους εαυτούς τους, μα ακόμη και για την φύση. Εμένα προσωπικά με μάγεψε, όπως στη συνέχεια και η Σιγκαπούρη, η ιδανική μεγαλούπολη που σου διδάσκει τι σημαίνει καθαριότητα και με το ξενοδοχείο Μαρίνα Μπει να δεσπόζει επιβλητικό μπροστά σου. Η πόλη της χλιδής, όπου με καλωσόρισε μετά από τον μοναχισμό και απόλυτο διαλογισμό του Μπαλί. Σε κάθε ταξίδι όμως, αυτό που μου έμενε στο τέλος σαν πολύτιμο φυλαχτό, ήταν η κουλτούρα και οι άνθρωποι.
Μέσα από τις ταξιδιωτικές μου εμπειρίες, αποκόμισα πολλά, μα κυρίως το γεγονός πως αυτός ο πλανήτης μας χωρά όλους. Σιχάθηκα τους πολέμους, τα μίση και την κακία της καθημερινότητας, όταν είδα πως κάποιοι άνθρωποι, αν και φτωχοί μπορούσαν να είναι πάνω από όλα καλόκαρδοι και ευτυχισμένοι. Η θρησκεία δεν είχε καμία σημασία, αφού το παν ήταν η μεταξύ μας επικοινωνία. Τα ταξίδια κατα τη γνώμη μου ανοίγουν τους ορίζοντες, μας εξανθρωπίζουν, μας δημιουργούν εικόνες. Εμένα με έχουν βοηθήσει και στην συγγραφή, καθώς συχνά ταξιδεύω και τους αναγνώστες μου μέσα από τις δικές μου, προσωπικές εικόνες.
Προορισμός - σπίτι η Ελλάδα και η Κύπρος η δεύτερη πατρίδα μου πλέον.
Για όποιον έχει τη δυνατότητα, θα τον συμβούλευα να ξεκινήσει από χθες να ταξιδεύει γιατί τα χρόνια περνούν και οι ομορφιές του κόσμου είναι ατελείωτες και απέραντες!
Αχ βρε Ιφιγένεια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαύμασα τα ταξίδια σου! Είναι ευλογία για κάποιον να μπορεί να ταξιδεύει. Πραγματικά. Και το θέλω τόσο. Δυστυχώς στη ζωή μου δεν είχα τη δυνατότητα να το κάνω. Μόνο ένα ταξίδι Μπάρι-Μιλάνο έχω κάνει κάπου στα 1986 για επαγγελματικούς λόγους και ήταν τόσο όμορφο.
Μέχρι εκεί. Και εδώ σε κάποια μέρη στην πατρίδα μας. Δυστυχώς, κατά πως φαίνεται, δεν θα έχουμε αυτή τη χαρά του ταξιδιού. Αλλά ας ελπίσουμε, ποτέ δεν ξέρεις.
Ιφιγένεια ευχαριστούμε για τα πανέμορφα οδοιπορικά.
χαίρομαι που τουλάχιστον σας ταξίδεψα έστω και νοητά τότε. Η αλήθεια είναι πως αγαπώ την προσφορά των ταξιδιών. Αυτές τις αναμνήσεις που σου χαρίζουν και τις όμορφες στιγμές με παρέες, οικογένεια, το αμόρε όλα! Ευχομαι μέσα από την καρδιά μου να μπορέσεις έστω και για ακόμη μια φορα!!!
ΔιαγραφήΑχ, ταξίδια που όλοι ονειρευόμαστε...
ΑπάντησηΔιαγραφή